«Θα σας πω κάτι που είδα. Αυτά τα δίδει ο Θεός, γιά να ξέρω να σας κυβερνήσω (εσάς τις μοναχές) και να δούμε πώς να σωθούμε...
Είδα, λοιπόν, ότι ευρέθηκα σε μία εξέδρα μετέωρη, που δεν είχε βάσεις και κρεμόταν εις τον Ουρανόν. Από την μία (πλευρά της εξέδρας) ήταν ο βρυγμός των οδόντων, μία Κόλασι απέραντη, ούτε να την φαντασθή κανείς… Και από την άλλη, ήταν ένα τάγμα Αγγέλων και Αγίων και στη μέση ήταν ο Χριστός μας, που καθόταν σε ένα μαρμάρινο Θρόνο και το Πρόσωπό Του, από την λάμψι, δεν μπορούσα να Τό αντικρύσω!
Εγώ καθόμουν από την δεξιά πλευρά, ενώ κάτω ήταν χάος μαύρο…
Και έβλεπα λοιπόν τσουβαλιές οι δαίμονες να ρίχνουν ψυχές σ’ αυτό το στόμιο μέσα… Εν ριπή οφθαλμού έπεφταν οι τσουβαλιές... Να ρίχνουν καλόγερους, να βλέπης αρχιερείς, χίλιοι δυό... Και λέω με τον νου μου, πόσοι δαίμονες υπήρχαν και πόσες τσουβαλιές έριχναν μέσα σ’ ένα δευτερόλεπτο… Ερχόταν ένας-ένας, λοιπόν, να κριθούν μπροστά εις τον Κύριον, παπάδες και δεσποτάδες και ξεπηδούσαν λέοντες από το χάος εκείνο και τους άρπαζαν από τα πόδια και τους έριχναν μέσα στην αφάνεια (το εσώτατο της Κολάσεως).
Και εγώ έλεγα: “Αχ Χριστέ μου, τί θα γίνη;”.
Φοβόμουν κιόλας, διότι ευρισκόμουν σ' αυτή την κατάστασι...
Και ξύπνησα.
Είχα μία εβδομάδα να φάω, από το κλάμα και τον οδυρμό.
Πόσο έκλαψα, πόσο θρήνησα, τί να σας πω...
Μετά απ’ αυτό που είδα, δεν κοιτούσα τίποτε γύρω μου. Ήλθε μία αλλοίωσι στην ψυχή μου, σαν να έσβησε ο κόσμος από μπροστά μου...
Σκέψου, ο Δίκαιος Κριτής!
Όλα είναι μία πραγματικότητα!
Μας τα δείχνει αυτά, μόνο και μόνο γιά να μας συνεφέρη!»!!!
της Πορταριάς Βόλου
(1921-1995)!
