Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΩΝ «ΕΛΓΙΝΕΙΩΝ»
Η απαράδεκτος στάσις του Πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου κ. Ρίσι Σούνακ, έναντι του Πρωθυπουργού της Ελλάδος κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, με αφορμή την δήθεν πρόκλησι εκ μέρους του δευτέρου, εις το θέμα της διεκδικήσεως των "Ελγινείων" από το Βρετανικό Μουσείο, μας δίδει την ευκαιρία να δημοσιοποιήσωμε ένα συγκλονιστικό ποίημα του μεγάλου μας ποιητού Αχιλλέως Παράσχου. Το συγκεκριμένο ποίημα αναφέρεται εις την βάρβαρον κλοπήν των περιφήμων μαρμάρων («Ελγινείων»), από τον Παρθενώνα.
Η ποιητική φλέβα του μεγάλου μας αυτού ποιητού, αποτυπώνει την αντίδρασι του πνευματικού κόσμου της εποχής του (κατά το δεύτερον ήμισυ του 19ου αιώνος), διά το φοβερόν ανοσιούργημα που διέπραξε ο Ελγίνος, εις βάρος του μεγαλειώδους μνημείου της Ακροπόλεως και του Παρθενώνος, που ως γνωστόν ανήκει εις τα επτά θαύματα του Αρχαίου κόσμου και αποτελεί φωτεινόν ορόσημον τέχνης και πολιτισμού παγκοσμίως!
Διά να ενθυμούνται οι Έλληνες το αποτρόπαιον αυτό έγκλημα, ο Ελγίνος εις την παλαιάν αγοράν των Αθηνών έστησε ένα ..."ωρολόγιον", αλλά, δυστυχώς δι’ αυτόν, η ανάμνησις, από τότε μέχρι και σήμερον, μόνον αποτροπιασμόν και οδύνην προκαλεί εις του Έλληνας...
Μετά τας
αναγκαίας αυτάς διευκρινήσεις, ακολουθεί το φλογερόν αυτό ποίημα, που αξίζει
όλοι να μελετήσωμε και να μεταδώσωμε διδακτικώς εις τας νεωτέρας γενεάς:
ΕΙΣ ΤΟ ΩΡΟΛΟΓΙΟΝ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
Α΄
Βάλτε φωτιά και κάψτε το στους τέσσερες αγέρες
Σκορπίσετε την σκόνη του· σημάδι να μη μείνη·
Είναι ντροπή τόσου καιρού να στέκεται ημέρες,
Ολόρθη η αδιάντροπη αυτή ευγνωμοσύνη...
Γκρεμίστε το· δεν ξέρετε στο Έθνος τί αξίζει·
Στο Έθνος; Σ’ όλους τους λαούς, στην τέχνη, στη σοφία·
Διαμάντι κάθε πέτρα του, διαμάντι μας κοστίζει·
Μία του Ικτίνου ξεστεριά, μιά σκέψι του Φειδία!
Β΄
Ένας Μιλόρδος μια φορά, του σκότους ένας Σκώτος,
Μες στους ανθρώπους έσχατος, μες στους αχρείους πρώτος,
Ήλθε στη γη της Αθηνάς σ’ άλλο καιρό και χρόνο
Κ’ έστησε το ρολόγι αυτό στην αγορά κολώνα,
Κι αυτός δεν πήρε τίποτα… δεν πήρε παρά μόνο…
Ολίγα παληομάρμαρα του γέρο-Παρθενώνα…!
Είχε το χέρι ανοιχτό, «πολύ μας αγαπούσε»…!
Ήτον «φιλέλλην» (…!), καθώς λέν’ κι αυτόν τον Άμπους τώρα...
Είδωλα, παληομάρμαρα τόνα του χέρι εσπούσε…
Με τ’ άλλο πύργο σήκωνε, γιά να μας δώση ώρα...!
Βλέπετε, δεν επίστευε στα είδωλα εκείνος,
Και είχε χέρι... χριστιανού αλήθεια ο Ελγίνος...!
Γ΄
Αιώνες ήτον ο δαυλός του Ηροστράτου μόνος
Και να του δώση σύντροφο δεν εύρισκεν ο χρόνος·
Μα ό,τι δεν ημπόρεσε ούτ’ ο καιρός να κάνη,
Ο Σύλλας κ’ οι Χριστιανοί, φωτιά και Μουσουλμάνοι,
Ένας Σκωτσέζος τόκανε (…!) κ’ εγκρέμισεν εκείνα,
Που είχε περηφάνεια του ο κόσμος και στολή του,
Που του Φειδία έγλυψε το χέρι με ακτίνα
Και το δαυλό συντρόφεψε το γύφτικο σφυρί του...!
Δ΄
Βάλτε φωτιά και κάψτε το· δεν είν’ αυτό ρολόγι
Του Γιούδα είν’ τ’ αργύρια, κατάρας μοιρολόγι…
Γκρεμίστε το· δεν έχομε ανάγκη να τ’ ακούμε·
Δεν τον ξεχνούμε κι αν χαθή το φίλεμα το πλάνο·
Θαρρούσε ο μωρός μ’ αυτό, πως θα τον θυμηθούμε…!
Ωσάν να μη πηγαίνωμε στον Παρθενώνα επάνω,
Ωσάν να μη κυττάζωμε εις το αέτωμά του,
Γραμμένο με το χέρι του τ’ ανίερ’ όνομά του.
Κάθε σπασμένο μάρμαρο στ' αέτωμα εκείνο,
«Ντροπή (φωνάζει) στην Φραγκιά, κατάρα στον Ελγίνο»!
Α, η αθανασία του αιώνια θα ζήση…!
Στον Παρθενώνα στάθηκε και δεν μπορεί να σβύση.
Θα μείνη τ’ όνομά του εκεί στο πλάϊ του Φειδία,
Σαν τ’ όνομα του Σατανά στη Βίβλο την Αγία…
Αχιλλέας Παράσχος (1838-1895)