<<Ο παπά-Παναγής ο Μπασιάς, είχε βαπτίσει την αδελφή του Σπύρου Μηνιάτη, η οποία ονομαζόταν Ρουμπίνη. Αυτή η γυναίκα είχε παντρευθή σ’ ένα χωριό της Θηνιάς. Ο άνδρας της ήτο σκληρός και πολύ βάναυσος, και μάλιστα την κακομετεχειρίζετο...
Ένα μεσημέρι, η οικογένεια του Σπύρου, εκάθητο εις το τραπέζι και έτρωγαν. Ξαφνικά, βλέπουν εμπρός τους τον παπά-Παναγή, τον οποίον δεν περίμεναν, και λέγει εις τον Σπύρον:
«Ε! Τί κάθεσαι; Tην αδελφή σου Ρουμπίνα, αυτή την στιγμή, ο άνδρας της την δέρνει σκληρότατα... Και δεν φθάνει αυτό, αλλά της έσπασε και το χέρι της... Και το χειρότερο, έκαμε το στεφάνι της κομμάτια…»!
Και σκυφτός όπως ήτο ο παπά-Παναγής, λέγει πάλι:
Ένα μεσημέρι, η οικογένεια του Σπύρου, εκάθητο εις το τραπέζι και έτρωγαν. Ξαφνικά, βλέπουν εμπρός τους τον παπά-Παναγή, τον οποίον δεν περίμεναν, και λέγει εις τον Σπύρον:
«Ε! Τί κάθεσαι; Tην αδελφή σου Ρουμπίνα, αυτή την στιγμή, ο άνδρας της την δέρνει σκληρότατα... Και δεν φθάνει αυτό, αλλά της έσπασε και το χέρι της... Και το χειρότερο, έκαμε το στεφάνι της κομμάτια…»!
Και σκυφτός όπως ήτο ο παπά-Παναγής, λέγει πάλι: