Στα μέρη μας γίνεται πολύς λόγος για τη Μητέρα
Ισιδώρα την Αναχωρήτρια. Έζησε μόνη της σαρανταένα χρόνια μέσα στα αιώνια δάση
των ορέων της Σίχλα, υπομένοντας τις σκληρές δοκιμασίες της αναχωρητικής ζωής.
Εγκατέλειψε το μοναστήρι της Αγάπιας πριν από το 1900 και ήλθε και
εγκαταστάθηκε κάτω από τα απότομα βράχια, που ονομάζονται: «Ο βράχος του Κορόϊ».
Εκεί η Μητέρα Ισιδώρα έφτιαξε ένα μικρό καλυβάκι
με κορμούς ελάτου και έζησε, με προσευχές και νηστείες, για πολλά χρόνια.
Προσευχόταν συνεχώς, διάβαζε κάθε μέρα το Ψαλτήρι, έκανε χίλιες μετάνοιες και
απήγγειλε (ή έλεγε φωναχτά) την ευχή του Ιησού κάνοντας το σημείο του Σταυρού.
Το βράδυ έτρωγε ξερό ψωμί με βραστές πατάτες, μανιτάρια και φρούτα που μάζευε
από το δάσος. Μετά ξανάρχιζε την προσευχή μέχρι τα μεσάνυκτα. Η Μητέρα Ισιδώρα
είχε επίσης μιά σανιδούλα ξύλινη, ένα μικρό σφυράκι και μιά καμπανούλα με τα
οποία σήμαινε πάντα για τον όρθρο, τον ακάθιστο και τον εσπερινό. Τη σανιδούλα
και τη καμπανούλα τα είχε πάντα κρεμασμένα στα κλαδιά ενός ελάτου ή ενός
βράχου.