«Μιά φορά κι ένα καιρό, μία ζεστή ημέρα μέσα στο καταμεσήμερο, ένας σκορπιός που είχε απομακρυνθή πολύ από τη φωλιά του προς αναζήτησιν τροφής, έχασε τον δρόμο της επιστροφής του. Αναζητώντας νέο μονοπάτι γιά την φωλιά του, ευρέθη στην όχθη ενός ποταμού. Εκεί ακριβώς, στην απέναντι όχθη, ήταν η φωλιά του!
Χάρηκε ο σκορπιός πολύ, αλλά έπρεπε να εύρη τον τρόπο να διασχίση τον ποταμό μιάς και δεν εγνώριζε κολύμπι…
Η λύσι δεν άργησε να φανή.
Ένας βάτραχος επλησίαζε και ο σκορπιός αμέσως του φωνάζει:
“Σε παρακαλώ, βοήθησέ με! H οικογένειά μου είναι εκεί απέναντι και δεν γνωρίζω κολύμπι... Πέρασέ με στην απέναντι όχθη”.
Ο βάτραχος απορημένος, λέει στον σκορπιό:
“Αποκλείεται, διότι εάν πάω να σε σηκώσω, θα με τσιμπήσης…”.
Ο σκορπιός τότε του είπε:
“Όχι, δεν πρόκειται να σε τσιμπήσω, δεν θα το κάνω στο υπόσχομαι”.
Επείσθη τότε ο βάτραχος, έβαλε τον σκορπιό στην πλάτη του και άρχισε να κολυμπά. Όταν πιά ήταν σχεδόν προς το τέλος της διαδρομής, ο σκορπιός μονομιάς τον τσίμπησε...
Ο βάτραχος, όλος απορία και πόνο, απευθύνθηκε στο σκορπιό και του λέει:
“Ε! Μου υποσχέθηκες ότι δεν θα με τσιμπήσης, γιατί το έκανες…;;;
Τώρα θα πεθάνουμε και οι δυό μας...”.
Και ο σκορπιός ατάραχος, απάντησε στον βάτραχο:
“Μα ήξερες τί ήμουν όταν με σήκωσες, δεν φταίω εγώ, είναι στη φύσι μου”...»!!!
Μύθος από την Ρωσία.