«Κάποτε, ένας ασκητής ο οποίος ασκήτευε στο βουνό του Σολομώντος, άκουσε ότι ο Άγιος Δημήτριος αναβλύζει άφθονο μύρο, από τον Τάφο Του.
Δεν το πίστευε, και αναρωτιόταν:
«Γιατί, ν’ αναβλύζει από τον Τάφο του Αγίου Δημητρίου μύρο και όχι από τους Τάφους τόσων άλλων Μεγάλων και Ξακουστών Μαρτύρων, που υπέφεραν φρικτότερα και σκληρότερα μαρτύρια από τον Άγιο Δημήτριο;».
Μία νύκτα, αφού εδιάβασε ο ασκητής την Ακολουθία του, έπεσε να ξεκουρασθή.
Σε όνειρο, ευρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, μέσα στο Ι.Ναό του Αγίου Δημητρίου και βλέπει μπροστά του έναν άνθρωπο, που κρατούσε τα κλειδιά του Τάφου του Αγίου. Τότε, ταπεινά τον παρεκάλεσε:
«Άνοιξε μου, σε παρακαλώ, να προσκυνήσω».
Εκείνος του άνοιξε, και μπήκε μέσα στο κουβούκλιο να προσκυνήσει. Ενώ προσκυνούσε, παρατήρησε ότι όλος ο Τάφος ήταν βρεγμένος από μύρο και μοσχοβολούσε!
Αμέσως, απευθύνεται στον φύλακα του Τάφου και του λέει:
«Σε παρακαλώ, έλα να σκάψουμε εδώ, να ανακαλύψουμε από που προέρχεται όλο αυτό το μύρο».
Ο φύλακας, έφερε σκαπτικά εργαλεία και άρχισαν να σκάβουν. Ενώ έσκαβαν, ευρήκαν ένα μεγάλο μάρμαρο. Το σήκωσαν με πολύ κόπο. Αμέσως από κάτω εφάνηκε το Λείψανο του Αγίου, λαμπρό και ωραίο. Από τις πληγές του Αγίου, που άνοιξαν στο σώμα του οι λόγχες, ανέβλυζε άφθονο μύρο, ως ποταμός. Τόσο δε πολύ μύρο ξεπηδούσε, ώστε εβράχηκε και ο φύλακας του Τάφου! Τότε ο ασκητής εφοβήθηκε μήπως πνιγεί, μέσα στην άφθονα ρέουσα μυροβλυσία. Και από τον τρόμο του εφώναξε δυνατά:
«Άγιε Δημήτριε, βοήθα με!».
Με την φωνή αυτή ο ασκητής ξύπνησε και, ω του θαύματος! Βλέπει ότι ήταν μουσκεμένος, ολόκληρος, από μύρο!!
«Πράγματι, Μέγας είναι ο Άγιος Δημήτριος!» έλεγε και ξανάλεγε ο ασκητής, ευχαριστώντας τον Κύριο και τον Άγιο, γιά το θαύμα που έζησε!!!»
«Γιατί, ν’ αναβλύζει από τον Τάφο του Αγίου Δημητρίου μύρο και όχι από τους Τάφους τόσων άλλων Μεγάλων και Ξακουστών Μαρτύρων, που υπέφεραν φρικτότερα και σκληρότερα μαρτύρια από τον Άγιο Δημήτριο;».
Μία νύκτα, αφού εδιάβασε ο ασκητής την Ακολουθία του, έπεσε να ξεκουρασθή.
Σε όνειρο, ευρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, μέσα στο Ι.Ναό του Αγίου Δημητρίου και βλέπει μπροστά του έναν άνθρωπο, που κρατούσε τα κλειδιά του Τάφου του Αγίου. Τότε, ταπεινά τον παρεκάλεσε:
«Άνοιξε μου, σε παρακαλώ, να προσκυνήσω».
Εκείνος του άνοιξε, και μπήκε μέσα στο κουβούκλιο να προσκυνήσει. Ενώ προσκυνούσε, παρατήρησε ότι όλος ο Τάφος ήταν βρεγμένος από μύρο και μοσχοβολούσε!
Αμέσως, απευθύνεται στον φύλακα του Τάφου και του λέει:
«Σε παρακαλώ, έλα να σκάψουμε εδώ, να ανακαλύψουμε από που προέρχεται όλο αυτό το μύρο».
Ο φύλακας, έφερε σκαπτικά εργαλεία και άρχισαν να σκάβουν. Ενώ έσκαβαν, ευρήκαν ένα μεγάλο μάρμαρο. Το σήκωσαν με πολύ κόπο. Αμέσως από κάτω εφάνηκε το Λείψανο του Αγίου, λαμπρό και ωραίο. Από τις πληγές του Αγίου, που άνοιξαν στο σώμα του οι λόγχες, ανέβλυζε άφθονο μύρο, ως ποταμός. Τόσο δε πολύ μύρο ξεπηδούσε, ώστε εβράχηκε και ο φύλακας του Τάφου! Τότε ο ασκητής εφοβήθηκε μήπως πνιγεί, μέσα στην άφθονα ρέουσα μυροβλυσία. Και από τον τρόμο του εφώναξε δυνατά:
«Άγιε Δημήτριε, βοήθα με!».
Με την φωνή αυτή ο ασκητής ξύπνησε και, ω του θαύματος! Βλέπει ότι ήταν μουσκεμένος, ολόκληρος, από μύρο!!
«Πράγματι, Μέγας είναι ο Άγιος Δημήτριος!» έλεγε και ξανάλεγε ο ασκητής, ευχαριστώντας τον Κύριο και τον Άγιο, γιά το θαύμα που έζησε!!!»