Τρίτη 30 Μαρτίου 2021

ΚΑΤΕΣΤΡΕΨΑΝ ΚΑI ΤA ΑΓΙΑ EΡΗΜΙΚΑ ΜΕΡΗ...

 

<<Το ανήσυχο κοσμικό πνεύμα της εποχής μας κατέστρεψε, δυστυχώς, με τον δήθεν πολιτισμό του, ακόμη και τα άγια ερημικά μέρη, που γαληνεύουν και αγιάζουν τις ψυχές. Ο ανήσυχος άνθρωπος δεν ησυχάζει ποτέ. Δεν άφησαν πουθενά τόπο ήσυχο. Ακόμη και τους Αγίους Τόπους τους έχουν χαλάσει τώρα... Όπως αναφέρεται και στον βίο της Ερημίτιδος Φωτεινής, στην έρημο, όπου είχε ασκητέψει, έκαναν μετά περίπτερα, καντίνες κ.τ.λ. … Μέσα στα ασκητήρια, όπου ασκήτεψαν τόσοι μοναχοί, τόσοι Άγιοι, πουλούσαν αναψυκτικά οι Άγγλοι… Πάει η έρημος… Σπίτια, ραδιόφωνα, μαγαζιά, ξενοδοχεία, αεροδρόμια… Έγινε αυτό που λέει ο Άγιος Κοσμάς: “Εκεί που κρεμούν τώρα τα παλληκάρια τα καρυοφίλια, θα έλθη καιρός που θα κρεμούν οι γύφτοι τα όργανα!”... Θέλω να πω, έτσι καταντήσαμε και εμείς, εκεί που ασκήτευαν, που είχαν τα κομποσχοίνια οι μοναχοί, τώρα έχουν ραδιόφωνα, αναψυκτικά... Ε, φαίνεται, μετά από λίγα χρόνια δεν θα χρειάζονται αυτά. Όπως δείχνουν τα πράγματα, γενικά, φαίνεται η ζωή πλησιάζει στο τέλος. Τελειώνει η ζωή, τελειώνει και αυτός ο κόσμος…

“Γέροντα, στο Άγιον Όρος υπάρχει τώρα τόπος ήσυχος;”.

Πού τόπος ήσυχος και εκεί τώρα; Αφού ανοίγουν συνέχεια δασικούς δρόμους…

Αυτοκίνητα από εδώ, αυτοκίνητα από εκεί… Ακόμη και στα πιο ερημικά και ησυχαστικά μέρη έχουν πάρει αυτοκίνητο. Απορώ, τί ζητάνε αυτοί οι άνθρωποι στην έρημο… Ο Μέγας Αρσένιος, στην έρημο άκουγε τα καλάμια που σείονταν, όταν φυσούσε γλυκά, και έλεγε: “Τι θόρυβος είναι αυτός; Σεισμός γίνεται;”. Πού να έβλεπαν οι Άγιοι Πατέρες, αυτά που γίνονται σήμερα…

Παληά οι διακονητές στα Κοινόβια, ιδίως ο τραπεζάρης και ο αρχοντάρης, πολύ κουράζονταν. Έπρεπε να πλύνουν τα πιάτα, να τρίψουν τα μπακιρένια σκεύη. Σήμερα, έχουν ευκολίες, έχουν διάφορα σύγχρονα μέσα και τα περισσότερα κάνουν θόρυβο. Θυμάμαι, εμείς στο Κοινόβιο με τα δοχεία κουβαλούσαμε το νερό από μία πηγή και με το μαγγάνι το ανεβάζαμε σιγά‐σιγά στον τρίτο όροφο! Τώρα φέρνουν το νερό με την μηχανή και ακούς συνέχεια ντούκου‐ντούκου. Τα ντουβάρια σείονται, τα τζάμια τρίζουν… Τουλάχιστον, να έβαζαν έναν σιγαστήρα. Στον στρατό, με τον ανταρτοπόλεμο, με έναν σιγαστήρα φόρτιζα την μπαταρία του ασυρμάτου, και απέναντι δεν με άκουγαν!

Ήλθαν μία μέρα στο Καλύβι μοναχοί από ένα Μοναστήρι και μιλούσαν δυνατά. “Πιό σιγά, λέω στον έναν, μας ακούνε πιό πέρα!”. Τίποτε αυτός. “Πιό σιγά”, του ξαναλέω. “Ευλόγησον, Γέροντα, μου λέει, συνηθίσαμε να φωνάζουμε στο Μοναστήρι, γιατί έχουμε την γεννήτρια και μιλάμε δυνατά, γιά να ακούμε”. Ακούς εκεί;; Αντί να λένε την ευχή και να μιλούν σιγά, φωνάζουν, γιατί έχουν την γεννήτρια! Και το κακό είναι ότι, όπως μερικά παιδιά αφήνουν την εξάτμιση, γιά να ακούνε ντούκου‐ντούκου..., φθάνει αυτό το πνεύμα τώρα και στον Μοναχισμό... Εκεί πάμε τώρα, το χαίρονται δηλαδή...

Είδα μία αδελφή σήμερα το πρωΐ, που κατέβαινε από πάνω τον κατήφορο με την ψάθα στο κεφάλι, το χορτοκοπτικό στο χέρι, και καμάρωνε… Ακούω σε λίγο βου... β... β... Κοιτάζω, έκοβε χόρτα με το χορτοκοπτικό… Να μην μείνει ένας χώρος που να μην ακούγεται βου... Τελείωσε αυτή, έρχεται μετά και ο άλλος με πιό δυνατό “βου”, να οργώσει… Έτρεχε από ʹδω, έτρεχε από ʹκει. Μετά παίρνει άλλο μηχάνημα, να σιάξει το χώμα. Βρε, τι πάθαμε…

“Αλλά, όμως, Γέροντα, υπάρχουν αυτά τα μέσα που διευκολύνουν...”.

Ω, ξέρετε πόσα μέσα υπάρχουν! Όσο μπορείτε, τα βουητά, τους θορύβους να τα αποφεύγετε. Το βουητό μας βγάζει έξω από το Μοναστήρι. Τί την έχετε μετά κάτω στην πόρτα την ταμπέλα να γράφει “Ησυχαστήριο”;; Γράψτε καλύτερα “Βουηστήριο” ή “Ανησυχαστήριο”! Τι να το κάνω το Μοναστήρι, αν δεν έχει ησυχία;; Κοιτάξτε εκεί πέρα, όσο μπορείτε, να τα περιορίσετε αυτά. Ακόμη αυτήν την γλυκιά ησυχία δεν την καταλάβατε!! Αν την καταλαβαίνατε, θα μπορούσατε να με καταλάβετε καλλίτερα και να καταλάβετε μερικά πράγματα!! Αν θα γευόσασθαν από τους πνευματικούς καρπούς της ησυχίας, θα υπήρχε ασφαλώς και η καλή ανησυχία και θα επιδιώκατε περισσότερο την αγία ησυχία της πνευματικής ζωής!!>>!!

 

Πηγή: Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου - ΛΟΓΟΙ Α’ «Με Πόνο και Αγάπη».