Κάποτε, μία καλιακούδα παρακολουθούσε τα περιστέρια, που έμεναν σε κάποιον κοντινό περιστερώνα και διαπίστωσε ότι έτρωγαν έπιναν και ζούσαν πλούσια! Μιά και δυό, λοιπόν, βάφτηκε και η ίδια άσπρη και πήγε να ανακατευθή μαζί τους, θαρρώντας πως έτσι θα περνάει και αυτή το ίδιο πλουσιοπάροχα. Και όσο κρατούσε το στόμα της κλειστό, τα περιστέρια ενόμιζαν πως είναι και αυτή δικιά τους και την δεχόντουσαν. Μία ημέρα, όμως, ξεχάσθηκε η καλιακούδα και έβγαλε ένα κρώξιμο και τότε τα περιστέρια, αμέσως την αναγνώρισαν και την πέταξαν έξω.
Τί να κάνει λοιπόν η καλιακούδα; Αφού στερήθηκε μιά και καλή τη δυνατότητα να καλοπερνάει κοντά στα περιστέρια, αναγκάσθηκε να γυρίσει πίσω κοντά στις άλλες του είδους της. Έλα όμως που εκείνες δεν μπορούσαν να την αναγνωρίσουν λόγω του χρώματός της… Γι᾽ αυτό την εμπόδισαν και αυτές να ζήσει ανάμεσά τους...
Έτσι η καλιακούδα μας, εκεί που γύρευε να πετύχει δύο πράγματα, τα έχασε και τα δύο!
Μύθος του Αισώπου.
Το επιμύθιο, κατά τον Αίσωπο: «Ἀτὰρ οὖν καὶ ἡμᾶς δεῖ τοῖς ἑαυτῶν ἀρκεῖσθαι λογιζομένους, ὅτι ἡ πλεονεξία πρὸς τῷ μηδὲν ὠφελεῖν καὶ τὰ προσόντα ἀφαιρεῖται»!
(Το ίδιο ισχύει βέβαια και για εμάς: Πρέπει να αρκούμεθα εις αυτά που έχομε, σκεπτόμενοι ότι η πλεονεξία σε τίποτε δεν ωφελεί, αλλά αντίθετα και αυτά που έχομε μας τα αποστερεί!)!