Κάποιος πτωχός, εκτύπησε την πόρτα μίας πλούσιας κατοικίας. Η κυρία του σπιτιού έστειλε την υπηρέτρια και άνοιξε την πόρτα. Ο πτωχός τότε, ζήτησε κάτι να φάει, γιατί πεινούσε...
Σε λίγο, η υπηρέτρια του έφερνε ένα πιάτο σούπα.
«Κάθισε εκεί», του λέει η υπηρέτρια και του έδειξε το πρώτο σκαλοπάτι της εξώπορτας.
Ο πτωχός εκοίταξε την πόρτα, που έκλεισε απότομα. Εκάθησε στο σκαλί. Δοκίμασε τη σούπα, ενώ μερικά δάκρυα έπεφταν σ' αυτήν. Δεν μπορούσε να φάει την σούπα. Κόμπιασε ο λαιμός του...
Σε λίγο, επέστρεψε η υπηρέτρια γιά να πάρει το πιάτο και με έκπληξη διαπιστώνει ότι, το πιάτο ήταν άθικτο...
«Γιατί δεν έφαγες την σούπα σου;», του είπε με ύφος αυστηρό. «Μήπως της λείπει κάτι;».
«Πράγματι…», ψέλλισε ο ζητιάνος, «της λείπει η αγάπη».
Σε λίγο, η υπηρέτρια του έφερνε ένα πιάτο σούπα.
«Κάθισε εκεί», του λέει η υπηρέτρια και του έδειξε το πρώτο σκαλοπάτι της εξώπορτας.
Ο πτωχός εκοίταξε την πόρτα, που έκλεισε απότομα. Εκάθησε στο σκαλί. Δοκίμασε τη σούπα, ενώ μερικά δάκρυα έπεφταν σ' αυτήν. Δεν μπορούσε να φάει την σούπα. Κόμπιασε ο λαιμός του...
Σε λίγο, επέστρεψε η υπηρέτρια γιά να πάρει το πιάτο και με έκπληξη διαπιστώνει ότι, το πιάτο ήταν άθικτο...
«Γιατί δεν έφαγες την σούπα σου;», του είπε με ύφος αυστηρό. «Μήπως της λείπει κάτι;».
«Πράγματι…», ψέλλισε ο ζητιάνος, «της λείπει η αγάπη».
Ω! Η αγάπη! Αυτή ομορφαίνει την ελεημοσύνη!
Αυτό ακριβώς επιβεβαιώνει και ο λόγος του Θεού: «Μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός» (Β' Κορινθ.Θ’7’)!!!
Αυτό ακριβώς επιβεβαιώνει και ο λόγος του Θεού: «Μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός» (Β' Κορινθ.Θ’7’)!!!