Ο γέροντας Αθανάσιος Χαμακιώτης, έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη στα παιδιά και στους νέους. Φερόταν με πολλή στοργή και γλυκύτητα. Στο κελλί του είχε μία φοντανιέρα, γεμάτη καραμέλες, γιά να φιλεύει τα παιδάκια. Έτσι δημιουργούσε ευχάριστο περιβάλλον και τα παιδιά ένοιωθαν σαν στο σπίτι τους.
Όταν περνούσε από κάποιες γειτονιές, τα παιδιά τον αναγνώριζαν. Άφηναν το παιχνίδι κι έτρεχαν κοντά του φωνάζοντας:
«Περνάει ο Χριστούλης!»!
Του φιλούσαν το χέρι, τον τραβούσαν απ’ το ράσο, δεν τον άφηναν να φύγει. Ο γέροντας χαμογελούσε καλοκάγαθα!
Σε άλλη γειτονιά, όταν τον έβλεπαν, ανέβαιναν στα δένδρα, έκοβαν φρούτα και του έδιναν με μια χαριτωμένη παιδική αθωότητα. Ο γέροντας τα δεχόταν, αλλά μέχρι να φθάση στη Νερατζιώτισσα, τα μοίραζε στους εργάτες, που συναντούσε στο δρόμο!!