Ζούσε κάποτε
ένας τελώνης που
ονομαζόταν Πέτρος, ήταν πλούσιος
πολύ, αλλά και πολύ άσπλαγχνος. Μ’ αυτόν τον πλούσιο συνέβη το εξής θαυμαστό
περιστατικό:
«Ήταν χειμώνας. Μερικοί ζητιάνοι, καθησμένοι σ’ ένα σοκάκι, “διασκέδαζαν” την πείνα τους… Ξαφνικά, πετάγεται ένας θερμόαιμος και βάζει στοίχημα πώς θα κατάφερνε τον Πέτρο, να του δώσει ελεημοσύνη.
Πήγε λοιπόν στην πόρτα του και τον περίμενε.
Μόλις ήλθε ο Πέτρος, έτυχε να έλθη συγχρόνως και ο φούρναρης μ’ ένα κοφίνι με ψωμιά. Ο πτωχός ζήτησε ελεημοσύνη, αλλά ο πλούσιος Πέτρος τον έδιωξε. Εκείνος όμως δεν έφευγε, αλλά συνέχιζε με επιμονή να ζητά ελεημοσύνη. Μέχρι που θύμωσε ο Πέτρος και μη βρίσκοντας κάτι πρόχειρο, του πέταξε ένα ψωμί γιά να τον κτυπήσει… Ο ζητιάνος αυτό περίμενε. Αρπάζει το καρβέλι και εξαφανίζεται.
Δύο μέρες μετά από αυτό το περιστατικό, ο Πέτρος αρρώστησε. Είδε τότε σε μία οπτασία, ότι ευρέθηκε στο φοβερό Κριτήριο. Εκεί υπήρχε μία ζυγαριά, στην οποία ζύγιζαν τα έργα που είχε κάνει στην γη. Από την μία πλευρά είχαν συγκεντρωθή πλήθος δαιμόνων, που έβαζαν στο ζύγι τις πολλές αμαρτίες του, ενώ από την άλλη στέκονταν λίγοι φωτεινοί Άγγελοι, που δεν είχαν όμως τίποτα καλό να βάλουν στην άλλη πλευρά...
Τότε, ο φύλακας Άγγελός του, θυμήθηκε το καρβέλι που πέταξε στον πτωχό ζητιάνο. Το έβαλε αμέσως στο άδειο μέρος της ζυγαριάς και βάρυνε το ψωμί τόσο, που σχεδόν ισοζύγιζε όλα του τα αμαρτήματα!
Τότε είπαν οι Άγγελοι στον Πέτρο:
“Πήγαινε πίσω, κάνε και άλλες ελεημοσύνες και πρόσθεσέ τες σ’ αυτό το ψωμί...”!
Και ο Πέτρος επέστρεψε στην γήϊνη πραγματικότητα, ωφελημένος και αλλαγμένος! Όχι μόνο εμοίρασε τα υπάρχοντα του στους πτωχούς, αλλά κατόπιν, και ο ίδιος επωλήθη ως δούλος και το αντίτιμο το έδωσε και αυτό στους πτωχούς! Μετά την απελευθέρωσή του επήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου απεβίωσε οσιακώς!»!!!