Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2025

Η ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ «ΣΑΛΟΤΗΣ»!!!


Όταν επισκέφθηκε ο αββάς Δανιήλ κάποιο γυναικείο Μοναστήρι, που ονομαζόταν «του αββά Ιερεμία», αντίκρυσε μέσα στην εσωτερική αυλή της Μονής, κάποια μοναχή να κοιμάται κατά γής, φορώντας μάλιστα σκισμένα και παλαιά ρούχα...

Ερωτά τότε, ο γέροντας:
«Ποιά αδελφή είναι αυτή που κοιμάται;».
Του απαντά μία από τις μοναχές:
«Είναι μεθυσμένη και δεν ξέρουμε τί να την κάνουμε... Να την πετάξουμε έξω από το Μοναστήρι, φοβόμασθε το κρίμα… Αν την αφήσουμε όμως…, σκανδαλίζει τις αδελφές και τους επισκέπτες...».
Λέγει ο γέροντας στον μαθητή συνοδό του:
«Πάρε τη λεκάνη με το νερό και άδειασέ την επάνω της».
Ο μαθητής υπάκουσε και έριξε το νερό επάνω της. Αυτή, αμέσως σηκώθηκε, σαν από μεθύσι και χωρίς καμμιά κουβέντα απομακρύνθηκε.
Λέγει τότε, η ηγουμένη:
«Αββά, έτσι είναι αυτή η αδελφή. Πάντοτε ευρίσκεται  σ’ αυτή την κατάσταση».


Ενώ επήγαιναν να αναπαυθούν, λέγει ο αββάς Δανιήλ εις τον μαθητή του:
«Αδελφέ, πήγαινε και δες, που κοιμάται η “μεθυσμένη”».
Αυτός πηγαίνει, την ευρίσκει, και λέγει:
«Γέροντα, η αδελφή, κοιμάται δίπλα στα αφοδευτήρια».
«Μείνε άγρυπνος αυτή τη νύκτα, μαζί μου», είπε ο γέροντας.
Όταν αναπαύθηκαν όλες οι αδελφές, παίρνει ο γέροντας τον μαθητή του και πηγαίνει πίσω από ένα χώρισμα. Τότε βλέπουν την «μεθυσμένη», να σηκώνεται και να υψώνει τα χέρια της εις τον Ουρανό και τα δάκρυα της να τρέχουν σαν ποτάμι, να κινούνται τα χείλη της, να κάνει μετάνοιες και όταν αντιλαμβανόταν κάποια αδελφή, έπεφτε στο έδαφος δίπλα ακριβώς στα αφοδευτήρια και άρχιζε να ροχαλίζει.
Λέγει τότε ο γέροντας εις τον μαθητή του:
«Φώναξέ μου την ηγουμένη, διακριτικά».
Ο μαθητής επήγε και τη εφώναξε, και μαζί με τον γέροντα παρακολουθούσαν όλη την νύκτα την μοναχή να προσεύχεται, έξω από τα αφοδευτήρια.
Η ηγουμένη άρχισε να λέγει κλαίγοντας:
«Αχ, γιά πόσα κακά δεν την κατηγόρησα…»!
Το πρωΐ, μετά την Ακολουθία, διαδόθηκε το συμβάν με την «μεθυσμένη», εις  όλη την Αδελφότητα. Αυτή εκατάλαβε τί έγινε, και χωρίς δεύτερη σκέψη, ανοίγει διακριτικά την πόρτα του Μοναστηριού, γράφει ένα σημείωμα, το οποίο ετοποθέτησε εις την κλειδαριά της πόρτας, αναφέροντας τα εξής: «Να προσεύχεσθε γιά μένα και να με συγχωρήσετε γιά όσα σας έφταιξα». Και μετά εξαφανίσθηκε!!

Οι αδελφές, μετά από λίγο την αναζήτησαν, αλλά δεν την ευρήκαν. Πηγαίνουν στην είσοδο της Μονής και ευρίσκουν ανοικτή τη πόρτα και το σημείωμα που άφησε, και έγινε μεγάλος θρήνος εις το Μοναστήρι.
Λέγει τότε ο Άγιος γέροντας:
«Εγώ γι’ αυτήν ήλθα εδώ, γιατί τέτοιους “μεθύστακες” αγαπά ο Θεός!!»!!!
Όλες οι μοναχές εξομολογήθηκαν στον γέροντα, γιά ότι είχαν κάνει εις βάρος τής διά Χριστόν «σαλής», αλλά χαριτωμένης αδελφής. Και αφού συνεχώρησε ο γέροντας όλες τις αδελφές, ανεχώρησε μαζί με τον μαθητή του γιά την Σκήτη τους, δοξάζοντας και ευχαριστώντας τον Θεόν που μόνον Αυτός γνωρίζει, πόσους κρυφούς δούλους έχει!!!