Δεν ήταν μόνο γιά την εποχή των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέρων.
Αρκεί εμείς να είμεθα σαν αυτούς. Ο Θεός είναι ο Ίδιος!
«Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ Αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας»!
Κάποτε, ο Όσιος Μάρκος ο Σπηλαιώτης της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, έσκαψε ένα τάφο γιά κάποιο κεκοιμημένο αδελφό. Εξαντλημένος όμως καθώς ήταν από την νυκτερινή αγρυπνία και ορθοστασία, δεν μπόρεσε να τον κάνη αρκετά ευρύχωρο.
Όταν έφεραν το σώμα του νεκρού και εδοκίμασαν να το τοποθετήσουν εις τον τάφο, διεπίστωσαν ότι, μόλις και μετά βίας εχωρούσε μέσα. Άρχισαν τότε οι αδελφοί να παραπονούνται και να βαρυγγωμούν κατά το Οσίου Μάρκου.
<<Κατά την ημέραν αυτήν, εορτάζομεν την μνήμην του Αγίου Ιωάννου, του συγγραφέως της «Κλίμακος». Περί αυτού γράφει το «Ωρολόγιον»:
«Όταν άκουγε κάποιος την Θεία Αλεξάνδρα να ομιλή, είχε την εντύπωσι ότι, ήταν ένας άνθρωπος πολύ μορφωμένος. Είχε πνευματική καλλιέργεια, πολύτιμες γνώσεις σε πολλά θέματα, μοναδικές εμπειρίες, προσωπικά βιώματα, κοινωνική μόρφωσι. Ήταν μία πολύ έξυπνη γυναίκα, μία εξ ίσου ενδιαφέρουσα προσωπικότητα. Όλα αυτά μας έκαναν να έχωμε απόλυτη εμπιστοσύνη σε ό,τι μας έλεγε!
Η Γερόντισσα Αλεξάνδρα, ωμιλούσε γρήγορα, απλά, κατανοητά, χωρίς πλατειασμούς και περιστροφές. Είχε το θάρρος της γνώμης της. Γι’ αυτό και εμείς εγευόμεθα με ιδιαίτερη ευχαρίστησι τα σοφά της λόγια! Είχε τον τρόπο να μας πείθη γιά τα λεγόμενά της. Έτσι κι αλλιώς, ήταν πρώτον σωστά, διότι ήταν Θεοφώτιστη γυναίκα και δεύτερον, διότι ήταν το απόσταγμα της μεγάλης πείρας της!
Πραγματικά, απολαμβάναμε την συντροφιά της!
<<Με την εμπιστοσύνη εις τον Θεόν και με την ταπείνωσι, όλα τα προβλήματα λύνονται. Να κάνης αυτό που μπορείς εσύ και μετά να αφήνεσαι εις την Θεία Πρόνοια, εις το Θείο Θέλημα! Η ελπίδα εις τον Θεόν, είναι τονισμένη πίστι!! Είναι η μεγαλύτερη ασφάλεια γιά τον άνθρωπο!
Μικρό πράγμα είναι να έχη κανείς σύμμαχο τον Θεόν;;;!!!
Θυμάμαι, πριν πάω εις τον στρατό, έκανα προσευχή εις την Αγία Βαρβάρα να με βοηθήση. Την είχα σε ευλάβεια, γιατί επήγαινα στο Εξωκκλήσι Της από μικρός και επροσευχόμουν, και Της έλεγα:
«Ας κινδυνεύσω εις τον πόλεμο, αλλά μόνον άνθρωπο να μην σκοτώσω»!
Όταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης επολεμούσε στην Πελοπόννησο, είχε μαζί του κι έναν καλόγερο από το Άγιον Όρος, τον Μιχάλη Φούντα, που έκανε γιά δέκα άνδρες στη μάχη.
Κάποτε ο καλόγερος ευρέθη περικυκλωμένος από τους Αρβανίτες. Φυσικά επολέμησε σαν λιοντάρι, σκότωσε αρκετούς με τη χαντζάρα του, αλλά στο τέλος αναγκάσθηκε να υποκύψη και πιάσθηκε αιχμάλωτος.
Από την αρχή της ενάρξεως της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, εδημιουργήθηκε η ανάγκη ενός Πατριωτικού ύμνου, που θα ένωνε όλους τους Έλληνες εις τον κοινόν αγώνα: «Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος»!
Στην αρχή εχρησιμοποιήθηκαν τα κλέφτικα τραγούδια, αποσπάσματα από τον Θούριο του Ρήγα Φεραίου και άλλα Πατριωτικά άσματα. Μέχρι το 1865 δεν υπήρχε επίσημος Εθνικός Ύμνος.
Το ποίημα «Ύμνος εις την Ελευθερίαν», εγράφη από τον Διονύσιο Σολωμό το 1823 εις την Ζάκυνθο και ύστερα από έναν χρόνο ετυπώθηκε εις το Μεσολόγγι. Το 1828, μάλιστα, εμελοποιήθη γιά πρώτη φορά, από τον Νικόλαο Χαλικιόπουλο-Μάντζαρο, βασιζόμενο σε λαϊκά μοτίβα, γιά τετράφωνη ανδρική χορωδία. Ακολούθησαν και άλλες μελοποιήσεις από τον Μάντζαρο, ο οποίος τελικά υπέβαλε το έργο του εις τον Βασιλέα Όθωνα. Ο Βασιλέας επιβράβευσε και τον Μάντζαρο και τον Σολωμό, αλλά δεν υιοθέτησε το έργο τους ως «Εθνικό Ύμνο».
<<Κατά την τρίτην Κυριακήν της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η Εκκλησία μας προβάλλει ενώπιόν μας εις προσκύνησιν τον Τίμιον και Ζωοποιόν Σταυρόν!
Προς ποίον σκοπόν;
Ιδού τι λέγει το «Ωρολόγιον»:
<<Το έτος 1993 αρρώστησα βαρειά. Οι γιατροί διέγνωσαν καρκίνο εις τους λεμφαδένες. Έτσι ξεκινάει η περιπέτειά μου με τα Νοσοκομεία, χειρουργικές επεμβάσεις, χημειοθεραπείες, μία συνεχής φθορά και ταλαιπωρία...
Αφού ετελείωσαν όλα αυτά και δεν υπήρξε καμμία βελτίωσι, οι γιατροί μου συνέστησαν να πάω σπίτι μου, αφού από ιατρικής πλευράς, δεν μπορούσε να γίνη κάτι περισσότερο. Όταν ευρέθηκα εις το σπίτι μου, ήμουν ένα ψυχικό ράκος, γεμάτος απογοήτευσι, γιά τον επερχόμενο θάνατο...
Σ’ αυτή την τραγική κατάστασι που ευρισκόμουν, έστρεψα το βλέμμα μου εις τον Θεόν, ζητώντας την βοήθειά Του! Μου ήλθε μάλιστα ένας λογισμός, να πάω εις το Άγιον Όρος και να συναντήσω τον Άγιο Παΐσιο τον Αγιορείτη. Μέσα μου άναψε μία ελπίδα και συνοδευόμενος από έναν συγγενή μου, μετά κόπων και βασάνων, λόγω της σωματικής και ψυχικής καταστάσεώς μου, εφθάσαμε εις το κελλί του Γέροντα.
Ένας Βασιλιάς, εκάλεσε όλους τους λογίους και τους επιστήμονες της αυλής του, και απαίτησε να του δείξουν τον Θεόν, λέγοντας:
«Σας εκάλεσα εδώ, εσάς τους επιστήμονες του Βασιλείου μου, γιά να μου δείξετε τον Θεόν. Θέλω να ιδώ τον Θεόν! Εάν δεν μου Τόν δείξετε θα σας θανατώσω».
«Μά, Βασιλιά μου, πώς θα σου δείξουμε τον Θεόν;», του απάντησαν οι επιστήμονες.
«Εσείς γνωρίζετε πολλά πράγματα, έχετε πολλά βιβλία, σίγουρα θα ανακαλύψετε τον τρόπο, να μου δείξετε τον Θεόν. Σας δίνω λοιπόν διορία δέκα ημερών...», τους είπε ο Βασιλιάς και τους έδιωξε.
<<Έζησε απλά και πτωχικά ως γνήσιος μαθητής του Ακτήμονος Ιησού!
Ήταν τόσο αφιλοχρήματος, ώστε ως Ιερέας ουδέποτε πήρε ούτε και τον ελάχιστο ιερατικό μισθό!
Με συγκίνηση θυμάμαι τα λόγια που μου είπε κάποτε:
«Από το πετραχήλι αυτό παιδί μου, χάριτι Θεού, δεν έχω βγάλει ούτε μία δραχμή!
Κάποτε, ο Όσιος Θεοδόσιος του Κιέβου (1029-1074) ενώ προσευχόταν, δέχθηκε την επίσκεψη του Οικονόμου της Μονής, του μοναχού Αναστάσιου, ο οποίος του ανέφερε, πως δεν υπήρχαν αλλά χρήματα στο ταμείο της Μονής, οπότε έπρεπε να αναβάλλουν την αυριανή επίσκεψη τους στην αγορά, γιά την προμήθεια των απαραιτήτων τροφίμων.
«Όπως βλέπεις αδελφέ, αρχίζει να βραδιάζει. Μέχρι το ξημέρωμα έχουμε καιρό. Πήγαινε λοιπόν να προσευχηθής και ο Θεός θα μεριμνήσει γιά εμάς», του είπε ο Όσιος.
Όταν ο Οικονόμος έφυγε, ο Όσιος συνέχισε τον κανόνα του. Αλλά νά, σε λίγο, ο Οικονόμος έρχεται πάλι και άρχισε να τον ενοχλεί γιά το ίδιο ζήτημα.
«Δεν σου είπα», τον διέκοψε ο Όσιος, «να κάνεις προσευχή; Ησύχασε! Το πρωΐ πηγαίνεις στην Πόλη και αγοράζεις με πίστωση ό,τι έχουμε ανάγκη. Και αργότερα, όταν ο Θεός μας στείλει χρήματα, εξοφλούμε το χρέος μας.
Είναι αξιόπιστος Εκείνος που λέγει:“Μὴ οὖν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον· ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσει τὰ ἑαυτῆς” (Ματθ.ΣΤ΄34΄)!!!.
Αδελφέ, ο Κύριος δεν θα μας στερήσει την ευλογία Του»!
Ο Οικονόμος αποσύρθηκε, χωρίς να έχει την απαραίτητη συναίσθηση, περί αυτών που του έλεγε ο Όσιος.
Ερώτησε κάποιος τον γ. Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο:
«Γέροντα, τί ακριβώς εννοεί ο Απόστολος Παύλος όταν λέγη:
“Πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες...” (Β΄Κορινθ. Θ΄8΄)!!!»
<<Μία ημέρα ήλθε στο Καλύβι, ένας που αγκομαχούσε από την πεζοπορία. Κατάλαβα ότι, κάπνιζε πολύ και του είπα:
«Βρε ευλογημένε, γιατί καπνίζεις τόσο; Θα πάθης κακό…».
Μόλις ξελαχάνιασε και μπόρεσε να μιλήση, μου είπε:
«Η γυναίκα μου είναι πολύ άρρωστη και κινδυνεύει να πεθάνη. Σε παρακαλώ, κάνε μία προσευχή να γίνη κανένα θαύμα. Οι γιατροί σήκωσαν τα χέρια…».
«Την αγαπάς την γυναίκα σου;», τον ερωτώ.
<<Ήλθε κάποτε από την Γερμανία στο Καλύβι ένας πατέρας, που το κοριτσάκι του είχε αρχίσει να παραλύη. Οι γιατροί το είχαν ξεγράψει. Ήταν ο καϋμένος τελείως απελπισμένος…
Τότε του είπα:
«Κάνε κι εσύ μία θυσία, γιά την υγεία του παιδιού σου.
Να κάνης μετάνοιες, δεν μπορείς…
Να προσευχηθής, δεν μπορείς…
Εντάξει.
Πόσα τσιγάρα καπνίζεις την ημέρα;».