Μια συντροφιά επισκέφτηκε στο Άγιο Όρος έναν ασκητή που ασκήτευε περίπου 60 έτη, και τον φωτογράφησαν με το
μπαστουνάκι του.
Τον άλλο χρόνο ξαναπήγαν στο Άγιο
Όρος οι ίδιοι επισκέπτες. Είχαν και την φωτογραφία μαζί τους. Είπαν λοιπόν. Δεν
πάμε να δούμε τον πατέρα Φιλάρετο τον ασκητή, και εάν ζει να του δώσουμε την
φωτογραφία. Συνάντησαν στον δρόμο ένα μοναχό και του είπαν ότι πάνε στον
Γέροντα Φιλάρετο και ο μοναχός τους είπε Α! πάτε σ’αυτόν που είναι τόσο απορροφημένος
από την Χάρη του Θεού και γνωρίζει τόσα πολλά για τον Θεό ώστε ξεχνάει και τον
εαυτό του! Πως δηλαδή ξεχνάει τον εαυτό του; Ερώτησαν οι λαϊκοί τον μοναχό. Δεν
μπορώ να σας δώσω να καταλάβετε, δεν ερμηνεύεται ούτε εκφράζεται με λόγια. (Και
δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι θα πει τούτο το πράγμα). Έφτασαν με την χάρη του
Θεού σιγά σιγά στα Κατουνάκια και βρήκαν τον Πατέρα Φιλάρετο. Του φίλησαν το
χέρι και του είπαν. Περάσαμε και πέρυσι, σας είδαμε μας μιλήσατε τόσο όμορφα
για την αγάπη του Θεού και για τόσα άλλα πράγματα, και σας φέραμε και μια
φωτογραφία που σας είχαμε βγάλει. Φωτογραφία; Τι πράγμα είναι αυτό λέει ο
Γέροντας. Έβγαλαν και του έδωσαν την φωτογραφία. Αι! είπε μόλις την είδε. Ποιος είναι αυτός που
πήρε το μπαστούνι μου; Ο Γέροντας ασκητής δεν ήξερε την φυσιογνωμία του! Δεν θα την είχε δει, ούτε στο νερό ούτε σε
κανένα τζάμι από εκείνα τα πρόχειρα που είχε στο φτωχό του καλυβάκι. Αγνοούσε
τον εαυτό του, ήταν ευτυχισμένος όμως παρουσία του Αγίου Θεού.