<<Όταν ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος έκανε την ερμηνεία της Μεγάλης Εβδομάδος, ένα έργο πολύ σπουδαίο και πολύ δύσκολο, εργαζόταν πολλές ώρες την ημέρα.
Κάποτε, λοιπόν, ένα πνευματικό του παιδί, του έκανε την εξής πρόταση:
«Γέροντα, βλέπω ότι στο Γραφείο σας δεν υπάρχει ησυχία, γιά να μπορέσετε να συγκεντρωθήτε. Το τηλέφωνο και το κουδούνι της πόρτας σας, κτυπούν συνέχεια. Γιατί δεν έρχεσθε στο δικό μου διαμέρισμα δίπλα, ή σε οποιοδήποτε άλλο πνευματικού σας παιδιού;; Επιλέξτε εσείς, γιά να έχετε ησυχία!».
Και ο π. Επιφάνιος του απήντησε:
«Παιδί μου, δεν σκέπτεσαι σωστά.
Όταν κτυπά το τηλέφωνο ή το κουδούνι της πόρτας, είναι βέβαιο πως ένας συνάνθρωπός μας με χρειάζεται. Ίσως να έχη ανάγκη από βοήθεια, από μία συμβουλή, κάτι από την ταπεινότητά μου. Πάντως είναι σίγουρο πως κάτι χρειάζεται.
Η ερμηνεία της Μεγάλης Εβδομάδος, ενδεχομένως, θα ωφελήση κάποιους, που θα την διαβάσουν.
Τί μου ζητάς λοιπόν;
Να αφήσω το βέβαιο και να ενδιαφέρωμαι περισσότερο γιά το ενδεχόμενο;;»!!
Αυτή ήταν η τακτική του γενικά στη συγγραφή των βιβλίων του.
Ο π. Επιφάνιος ήταν δεινός συγγραφέας, απλανής διδάσκαλος, με πειστικότατα επιχειρήματα και τεκμηριωμένες απόψεις στα γραφόμενά του. Όμως, είχε πάντα σε πρώτη προτεραιότητα, τη βοήθεια στους συνανθρώπους του.
Αυτό ήθελε να είναι το κύριο έργο του!
Να αναπαύη, δηλαδή, ψυχές!!!>>!!!
Απόσπασμα ομιλίας του αδελφού του π. Επιφανίου,
Πολυνείκη.