Τετάρτη 20 Μαρτίου 2024

Η ΥΠΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΒΡΑΒΕΥΟΜΕΝΗ, ΑΓΑΠΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΝ!!!

 

Ένα απόγευμα, είχαν πάει εκατοντάδες άνθρωποι στο Μοναστήρι (Ιερά Μονή
Μεταμορφώσεως στην Κύμη) γιά αγρυπνία και με την κρυφή ελπίδα πως, ίσως υπήρχε και δυνατότητα να φάνε κάτι, διότι η πείνα θέριζε τον κόσμο… Έτος 1943, γερμανική κατοχή...

Στο Μοναστήρι όμως, είχαν μόνο μια χούφτα ρεβίθια σε ένα σακκουλάκι και μία χούφτα πλιγούρι σε ένα άλλο. Ο γέρων Σίμων ο Αρβανίτης,  είπε τότε, στη μαγείρισσα, την Μοσχούλα:

«Άκουσε τί θα κάνεις: Θα βάλεις στη φωτιά τα δύο μεγάλα καζάνια και θα τα γεμίσεις ως τη μέση με νερό. Μόλις δεις να κοχλάζει το νερό, ρίξε τα ρεβίθια στο ένα καζάνι και το πλιγούρι στο άλλο, γιά να κάνουμε φαγητό και να φάει ο κόσμος!»!!

Η Μοσχούλα, είχε ζωηρές αμφιβολίες γι’ αυτά που άκουσε, αλλά ο π. Σίμων την ήλεγξε αυστηρά και της είπε:

«Κάνε, παιδί μου, υπακοή. Κάνε ό,τι σου λέω εγώ και άφησε τις κουβέντες»!!

Η Μοσχούλα φοβήθηκε, βλέποντας τόσο αυστηρό και στενοχωρημένο τον Γέροντα και είπε:

«Καλά πάτερ Σίμων. Θα κάνω όπως ορίζεις».

Μόλις έβρασε το νερό, η Μοσχούλα έριξε τα υλικά στα δύο καζάνια…

Μετά από λίγο πήγε να δει, τί γίνεται με το φαγητό. Και τί να δει! Βλέπει τα δύο καζάνια να έχουν γεμίσει φαΐ και να φουσκώνουν! Στις φωνές της, έτρεξαν όλοι, φέρνοντας μάλιστα και διάφορα δοχεία τα οποία γέμισαν με το ξεχειλισμένο φαγητό!

Το πρωΐ, μετά την αγρυπνία,  έφαγαν όλοι και χόρτασαν! Και ήταν πολύς λαός! Και οι πατέρες της Μονής είχαν γιά αρκετές ημέρες πλούσια και χορταστική τροφή!

Πολύ αργότερα, μετά από αυτό το θαύμα, ο πατήρ Σίμων διηγήθηκε στούς Μοναχούς ότι, προβληματίσθηκε βλέποντας όλα τα θαύματα που γινόντουσαν στο Μοναστήρι και, όπως περπατούσε στον κήπο, έλεγε απευθυνόμενος προς τον Κύριο:

«Κύριέ μου, σε παρακαλώ:

Δεν ξέρω εγώ ποιος είμαι…;

Δεν ξέρω εγώ ότι είμαι ένας μεγάλος αμαρτωλός…;

Αυτά τα θαύματα γίνονται μόνο από Αγίους!

Πώς συμβαίνει να γίνονται και με μένα…;»!

«Εκείνη τη στιγμή, έγινε μία ζωντανή αποκάλυψη», είπε ο Γέροντας.

«Άκουσα δυνατά τη Φωνή του Θεού, αναφέροντας το όνομά μου, και ένοιωθα κάθε λέξη να μου χτυπάει αισθητά το μέτωπο: “Σίμων, λες ότι είσαι αμαρτωλός. Αυτή την συνείδησή να έχεις! Δεν σε έχω κατατάξει στους Αγίους, αλλά στους Δικαίους! Όταν Μέ παρακαλείς νύκτα-μέρα γιά να φάει ο κόσμος και δείχνεις τόσο μεγάλη Αγάπη γιά τα πλάσματά Μου, πώς Εγώ να μη σου στέλνω αυτά που μου ζητάς;; Εάν συνεχίσεις να έχεις αυτή την Αγάπη μέχρι τέλους, Εγώ θα σε ευλογώ και δεν θα σου λείψει τίποτε”!»!!!