Έμαθε εδώ και λίγο καιρό, ότι έχει καρκίνο...
Οι γιατροί είπαν ότι, η ασθένεια είναι πολύ επιθετική, διότι ο καρκίνος είναι μεταστατικός, και του απομένουν ολίγες ημέρες ζωής...
Επισκέφθηκε το Μοναστήρι, που συνήθιζε να πηγαίνη κάποιες Κυριακές γιά Εκκλησιασμό. Η γερόντισσα τον είδε να πλησιάζη, κρατώντας ένα μικρό κομποσκοίνι στο χέρι του. Το βήμα του ήταν αργό. Το βλέμμα του περιεργαζόταν την ομορφιά της Μονής.
«Καλώς τον! Έλα αδελφέ!», του είπε η γερόντισσα.
«Ευλογείτε γερόντισσα, πώς είσθε;», αποκρίθηκε εκείνος.
«Καλά αδελφέ, έλα... Επληροφορηθήκαμε γιά την δοκιμασία σου. Έλα να προσκυνήσης μέσα στον Ναό, εναποθέσαμε και τα Ιερά Λείψανα γιά εσένα. Ο Θεός είναι Μεγάλος και οι Άγιοι μας είναι Θαυματουργοί! Πιστεύομε ότι, το Θαύμα θα γίνη! Θα γίνης καλά!», του είπε με αγάπη η γερόντισσα.
Ο άνδρας την εκοίταξε περίεργα, χωρίς να πή κουβέντα.
Τα λόγια της γερόντισσας και οι «υποσχέσεις» που άκουσε γιά το Θαύμα και την αποκατάστασι της υγείας του, τον έκαναν να κοντοσταθή.
Μέχρι που…, εμίλησε.
Εμίλησε, και τότε, η γερόντισσα εδάκρυσε!
Δηλαδή, άνοιξε το μακάριο στόμα του και ο θησαυρός της καρδιάς του άνθισε σαν λουλούδι εύοσμο και είπε:
«Καλή μου γερόντισσα, δεν ήλθα εδώ γιά να γίνω καλά!
Ήλθα, γιά να προετοιμασθώ, γιά το ταξίδι που έρχεται!
Ήλθα, γιά να προσκυνήσω τους Αγίους και να τους ζητήσω να με πάρουν μαζί τους!
Ήλθα, γιά να παρακαλέσω εσάς, να εύχεσθε ο Θεός να με συγχωρήση, να με ελεήση!
Ήλθα σήμερα, διότι μπορεί να μην μπορέσω να ξαναέλθω...»!!!
Έβαλε μετάνοια στην γερόντισσα, της εφίλησε το χέρι, και εκείνη εφίλησε το δικό του!
Κατευθύνθηκαν τότε προς τον Ναό, εκεί επροσκύνησε, επροσευχήθηκε και σιωπηλός, μετά από λίγο, έφυγε, με μία έκδηλη ηρεμία στο πρόσωπό του!
Τελικά, ανεχώρησε, μετά από ολίγες ημέρες, προς τον Κύριον!
Ένας άνθρωπος, που όπως είπαν οι δικοί του, ποτέ δεν παρεκάλεσε τον Θεόν να τον θεραπεύση, παρά μόνο να τον πάρη κοντά Του! Είδε μάλιστα, τον καρκίνο ως ευλογία, την «απώλεια» ως κέρδος, τον πόνο ως φάρμακο και τον θάνατο ως ζωή!!!