Μας διηγήθηκε ο αββάς Ανδρέας ο Μεσσήνιος:
<<Όταν ήμουν πιό νέος φύγαμε με τον Γέροντα μου από τη Ραϊθού και πήγαμε στην Παλαιστίνη και μείναμε κοντά σ’ έναν άλλο Γέροντα. Αυτός λοιπόν ο Γέροντας που μας φιλοξένησε, είχε ένα νόμισμα.
Κάποια στιγμή ξέχασε που το έβαλε και νόμισε πως εγώ, που ήμουν πιό νέος, το είχα κλέψει… Έλεγε λοιπόν, ο Γέροντας στους πατέρες της περιοχής ότι:
«Ο αδελφός Ανδρέας πήρε το νόμισμα».
Το άκουσε ο Γέροντας μου και με ρωτά:
«Πες μου Ανδρέα, εσύ πήρες το νόμισμα του Γέροντα;».
Και εγώ του απάντησα:
«Λυπήσου με, Γέροντα, δεν έχω πάρει τίποτε».
Τότε είχα ένα πανωφόρι και πήγα και το πούλησα γιά ένα νόμισμα. Πήρα λοιπόν το νόμισμα, πηγαίνω στον Γέροντα (που είχε χάσει το νόμισμα), του βάζω μετάνοια και του λέω:
«Συγχώρησέ με, πάτερ! Ο σατανάς με ξεγέλασε, και έτσι πήρα το νόμισμά σου».
Ευρισκόταν εκεί και ένας λαϊκός. Και ο Γέροντας, μού είπε:
«Πήγαινε στο καλό, παιδί μου, δεν έχω χάσει τίποτε».
Τότε λοιπόν, πάλι έβαλα μετάνοια και λέω:
«Γιά το Θεό, πάρε το νόμισμα, να τούτο εδώ είναι, και προσευχήσου διότι μ’ έβαλε ο σατανάς να το κλέψω και να σε στενοχωρήσω».
Ο Γέροντας λέει πάλι:
«Παιδί μου, δεν έχω χάσει τίποτε».
Καθώς λοιπόν δεν με έπειθε, μου λέει ο κοσμικός:
«Στ’ αλήθεια, αδελφέ, εχθές ήλθα και ευρήκα τον Γέροντα να κλαίη και να κάνη μετάνοιες και να είναι πολύ στενοχωρημένος. Όταν λοιπόν είδα τον Γέροντα σε τόση θλίψι, τον ερώτησα τί συμβαίνει. Και μου απαντά ο Γέροντας: “Τον αδελφό μου συκοφάντησα γιά το νόμισμα και εδώ είναι... Ανεκάλυψα, που το είχα βάλει”».
Τότε ο Γέροντας οικοδομήθηκε από μένα, γιατί του έδινα το νόμισμα, αν και δεν το είχα πάρει!>>!!!
Πηγή:greekdownloads
