Τετάρτη 3 Απριλίου 2019

ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ Ο ΚΑΡΠΟΣ...


Θεσσαλονίκη 2004 μ.Χ. Ένα παντρεμένο ανδρόγυνο: ο Κώστας και η Μαρία, ευκατάστατοι, μορφωμένοι, σαραντάρηδες. Ο Κώστας άθεος και βλάσφημος. Η Μαρία της Εκκλησίας. Έχουνε και ένα γιό δωδεκάχρονο, παράλυτο το παιδάκι, ανάπηρο στο καροτσάκι από πέντε χρονών νήπιο. Καημός μεγάλος, καρφί στην καρδιά του ανδρογύνου! 

Είναι καλοκαίρι Ιούλιος του 2004. Η Μαρία πληροφορείται από μια φίλη της, στην Εκκλησία, ό,τι κάποιος μοναχός, Αγιορείτης, ηλικιωμένος, άγιος άνθρωπος με πολλά αγιοπνευματικά χαρίσματα φιλοξενείται από ευλαβή γειτονική οικογένεια, κοινή γνωστή οικογένεια στην ενορία της Μαρίας. Η Μαρία συνεννοείται με τον σύζυγό της τον Κώστα να φέρουν τον μοναχό στο σπίτι να σταυρώσει τον ανάπηρο τον γιόκα τους, τον Γιαννάκη. Ο πατέρας, αν και άθεος, για χάρη της γυναίκας του ενδίδει. 

Ο  Αγιορείτης ειδοποιείται κι έρχεται στο σπίτι του Κώστα και της Μαρίας. Το ανδρόγυνο πληροφορεί τον Αγιορείτη μοναχό, ότι το ανάπηρο αγοράκι βρίσκεται στην κρεβατοκάμαρά του καθισμένο στο ανάπηρο καροτσάκι του και να μπει ο Γέροντας να το σταυρώσει.Τότε με έκπληξη οι δυο γονείς βλέπουν τον Γέροντα αντί για την κρεβατοκάμαρα να μπαίνει και να κάθεται σε μια πολυθρόνα στο σαλόνι του σπιτιού. Οπότε λέει ο Κώστας, ο άθεος, ειρωνικά στη σύζυγό του: « Ρε Μαρία τι ραμολιμέντο, γερό-ξεκούτη, έφερες σπίτι μας, αυτός δεν μπορεί να ξεχωρίσει σαλόνι από κρεβατοκάμαρα». Ντράπηκε η Μαρία, κοκκίνησε, αλλά δεν έβγαλε μιλιά. Άκουσε τα λεγόμενα του Κώστα από την σάλα ο Αγιορείτης και φωνάζει και στους δυο: «Για ελάτε στη σάλα που θέλω να σας μιλήσω».

Αμέσως το ανδρόγυνο, με έκδηλη αμηχανία και περιέργεια, μπαίνουν στη σάλα του σπιτιού τους και συν-κάθονται στον καναπέ του σαλονιού τους απέναντι από τον Γέροντα. Τότε ο μοναχός αρχινάει και λέει: «Δεν μου λες εσύ Κώστα πόσα χρόνια έχεις να πας στην Εκκλησία, πόσες φορές βλαστημάς την ημέρα;...». Κόκκαλο ο Κώστας και άσπρος σαν πανί. Μετά πιάνει στο στόμα του και την σύζυγό του Κώστα, την Μαρία κάνοντας ένα μικρό διάλογο μαζί της.
-Γέροντας: Μαρία, πόσα χρόνια έχεις να κοινωνήσεις σώμα και αίμα Χριστού;
-Μαρία: Πολλά χρόνια, ούτε θυμούμαι.
-Γέροντας: Μαρία πόσα παιδάκια έχεις πετάξει στο νεροχύτη; (δηλαδή πόσες εκτρώσεις έχεις κάνει;)
-Μαρία: Τέσσερα (κατάχλομη από ντροπή).
-Γέροντας: Γιατί Μαρία μου χώρισες τον πρώτο σου άνδρα; Κοκκίνησε τώρα σαν παπαρούνα από ενοχή η Μαρία. 

Τότε ο Μοναχός απευθύνεται και στους δυο εμβρόντητους γονείς τον Κώστα και την Μαρία και τους λέει με αυστηρή αγάπη: «Να γιατί μπήκα από την αρχή στην σάλα. Οι μεγάλοι άρρωστοι του σπιτιού σας είσαστε εσείς οι δυο. Το αγοράκι σας ο Γιαννάκης είναι αθώος στην ψυχή. Υποφέρει από σωματική αναπηρία για να παιδαγωγηθείτε και να μετανοήσετε».
Βάζουν τα κλάματα, συγκλονίζονται, συνθλίβονται οι δυο γονείς.
«Και τώρα, παππούλη, τι κάνουμε;»
-Γέροντας: Τώρα θέλετε εξομολόγηση σε Ιερέα. Εγώ είμαι απλός μοναχός. Θα πάτε στον πνευματικό της ενορίας σας, τον π. Χαρίτωνα. Είναι άγιος άνθρωπος και παντρεμένος. Ξέρει από οικογενειακά βάσανα. Θα του τα πείτε όλα με το νι και με το σίγμα.

Πράγματι 4 Αυγούστου εξομολογηθήκανε με κλάματα και ταπεινότατη συντριβή και ειλικρινά στον εν λόγω παππούλη. Ο εξομολόγος, πολύ καλός πνευματικός και άνθρωπος, τους διάβασε συγχωρητική ευχή και κατασυγκινημένος και κλαίγοντας τους είπε: « Βρε καλά μου παιδιά με κατασυγκινήσατε με την συντριβή σας, με την ειλικρινή σας ταπεινότατη μετάνοια και εξομολόγηση. Μεθαύριο, που ξημερώνει η εορτή της Μεταμορφώσεως του Χριστού μας (6 Αυγούστου) να πάτε να κοινωνήσετε σε όποιο ναό θέλετε. Δεν σας βάζω ούτε κανόνες, ούτε επιτίμια, ούτε τίποτε. Είμαι σίγουρος ότι ο Χριστός μας σας συγχώρησε απόλυτα».
Έτσι κι έγινε. Κοινωνημένοι, χαρούμενοι γύρισαν σπίτι τους να περιποιηθούν το ανάπηρο παιδάκι τους.
Και να το μεγάλο θαύμα!
Το παιδάκι τους, τούς άνοιξε καταχαρούμενο την πόρτα πλήρως θεραπευμένο!

Τέλος και τω Θεώ Δόξα.
 
Μοναχός π.Ι.